Γιρονδίνοι

Γιρονδίνοι
(Girondins). Πολιτική ομάδα που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της Γαλλικής επανάστασης. Οι Γ. ονομάστηκαν έτσι γιατί η ομάδα οργανώθηκε στη νομοθετική συνέλευση γύρω από τους βουλευτές του νομού της Γιρόνδης (Gironde). Η ομάδα αυτή –κυριότεροι εκπρόσωποι της οποίας ήταν οι Μπρισό, Βερνιό και Κοντορσέ– διέθετε μερικές από τις επίσημες εφημερίδες, όπως Τα πατριωτικά χρονικά (Les annales patriotiques) και Ο Γάλλος πατριώτης (Le patriote français) και υποστήριζαν μετριοπαθές δημοκρατικό πρόγραμμα. Η πολιτική τους ήταν όμως συχνά ασαφής και αμφιταλαντευόμενη. Το αποτυχημένο κυβερνητικό πείραμα του μέλους της ομάδας Ντιμουριέ και η συνεχής ανάμειξη της μαντάμ Ρολάν τόσο στα καθήκοντα του συζύγου της (που ήταν υπουργός Εσωτερικών) όσο και στη γενική πολιτική της ομάδας, συνετέλεσαν στη δυσφήμηση των Γ. Η οικονομική κρίση και ο εμφύλιος πόλεμος του 1793 κλόνισε τη θέση τους και ο Ροβεσπιέρος τους ανέτρεψε. Οι Γ. προγράφηκαν, πολλοί καρατομήθηκαν στις 31 Οκτωβρίου 1793 και άλλοι αυτοκτόνησαν ή κατέφυγαν στο εξωτερικό. Οι γιρονδίνοι ακούνε την καταδίκη τους σε θάνατο από το Επαναστατικό Δικαστήριο (30 Οκτωβρίου 1793), σε χαρακτικό της εποχής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Γαλλική Επανάσταση — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται τρεις μεγάλες επαναστάσεις στην ιστορία της σύγχρονης Γαλλίας (1789 92, 1830 και 1848), με σημαντικότερη ασφαλώς την πρώτη, που εισήγαγε το πολίτευμα της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής (κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας.… …   Dictionary of Greek

  • Δαντόν — (Αρσί σιρ Ομπ 1759 – Παρίσι 1794). Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Γάλλου πολιτικού Ζορζ Ζακ Νταντόν (Georges Jacques Danton). Ο Δ., που καταγόταν από επαρχιακή αστική οικογένεια, εγκαταστάθηκε το 1780 στο Παρίσι, όπου άσκησε το δικηγορικό… …   Dictionary of Greek

  • κόμμα — Οργανωμένη πολιτική ομάδα, που συνιστά μια ελεύθερη οργάνωση ανθρώπων, η οποία, βασιζόμενη σε μια κοινότητα ιδεολογικού προσανατολισμού ή συμφερόντων, επιδίδεται σε προπαγάνδα, προσηλυτισμό και πολιτικό αγώνα, για την πραγματοποίηση –με την… …   Dictionary of Greek

  • πατριώτης — Εκείνος που κατάγεται από την ίδια πατρίδα, συμπατριώτης, συμπολίτης, συντοπίτης. Αργότερα πήρε και άλλη σημασία «πολέμησε σαν πατριώτης». Π. ονομάζονταν και οι αντάρτες στο B’ Παγκόσμιο πόλεμο, που πολέμησαν τους στρατιώτες του Άξονα. Στην… …   Dictionary of Greek

  • Κονσιερζερί — (Conciergerie). Παλαιά φυλακή του Παρισιού, γνωστή από την ιστορία της Γαλλικής επανάστασης. Βρίσκεται στο ισόγειο του δικαστικού μεγάρου του Παρισιού, του οποίου αποτελεί παράρτημα, ακριβώς πάνω στην αυλή των ανακτόρων των πρώτων βασιλέων.… …   Dictionary of Greek

  • Μαρία Αντουανέτα — (Marie Antoinette, Βιέννη 1755 – Παρίσι 1793). Βασίλισσα της Γαλλίας (1774 92). Ήταν κόρη του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους Φραγκίσκου A’ και της Μαρίας Θηρεσίας της Αυστρίας. Το 1770 παντρεύτηκε τον Δελφίνο… …   Dictionary of Greek

  • Ματιέ, Αλμπέρ — (Albert Mathiez, Λα Μπριγιέρ 1874 – Παρίσι 1932). Γάλλος ιστορικός. Σπούδασε στο Εκόλ Νορμάλ Σουπεριέρ δίπλα στον Ολάρ, ο οποίος του άσκησε μεγάλη επίδραση, ενώ επηρεάστηκε και από τον κοινωνιολόγο Ντίρκαϊμ. Αργότερα ο Μ. εγκαινίασε τη ριζική… …   Dictionary of Greek

  • Ναπολέων Α’, ο Μέγας — (Napoleon I Bonaparte, Αιάκιο, Κορσική 1769 – Αγία Ελένη 1821). Αυτοκράτορας των Γάλλων, δευτερότοκος γιος του Καρόλου Βοναπάρτη και της Λετίτσια Ραμορίνο. Αφού φοίτησε στις στρατιωτικές σχολές του Μπριέν, του Παρισιού και της Βαλάνς (όπου… …   Dictionary of Greek

  • Σωτηρίας, Επιτροπή Κοινής- — (Comite du Salut Public). Επιτροπή της γαλλικής Συμβατικής Συνέλευσης που συγκροτήθηκε στις 6 Απριλίου 1793. Η Επιτροπή είχε εννέα μέλη, ανάμεσα στα οποία και οι Δαντών, Μπαρέρ και Καμπόν. Σκοπός της ήταν η λήψη μέτρων για την απόκρουση της… …   Dictionary of Greek

  • Φουκιέ-Τενβίλ, Αντουάν-Κεντέν — (Fouquier Tinville, Ερουέλ, Eν 1746 – Παρίσι 1795). Γάλλος πολιτικός και δικαστικός. Γιος πλούσιου καλλιεργητή, σπούδασε νομικά στο Παρίσι, όπου κατέλαβε μια μέτρια θέση στην αστυνομία. Συγγενής του Καμίλ Ντεμουλέν, προσχώρησε στην Γαλλική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”